Η τάση που επιβάλλεται στην παγκόσμια αγορά από τους ισχυρούς της Γης έχει σαν κύριο χαρακτηριστικό την εκτεταμένη γεωργία και με φυτά και σπόρους καθορισμένους από μονοπώλια.

Έτσι η διατροφή μας καθορίζεται αφενός μεν από άλλους, αλλά και χωρίς να έχουμε τη δυνατότητα να δούμε που και πως παράγεται η τροφή μας. Μια λύση σε αυτό το πρόβλημα είναι η Κοινωνικά Υποστηριζόμενη Γεωργία (ΚΥΓΕΩ). Αυτό προϋποθέτει «σύμπραξη» μεταξύ παραγωγού και καταναλωτή, προϋποθέτει αμοιβαία εμπιστοσύνη μεταξύ τους, μεταφορά των διατροφικών προϊόντων απευθείας στον καταναλωτή από τον παραγωγό, χωρίς μεσάζοντες και μάλιστα με τη δυνατότητα να μπορεί ο καταναλωτής να γνωρίζει (ή και να επισκεφθεί) τον τόπο και τις συνθήκες παραγωγής. 

Στην πράξη χρειάζεται οργάνωση και των παραγωγών, αλλά και οργάνωση των καταναλωτών, κάτι που στην Ελλάδα δεν είναι σε ανάπτυξη. Μια προσπάθεια για τη δημιουργία ενός δικτύου καταναλωτών που στη συγκεκριμένη περίπτωση να προμηθευθούν έστω και ένα προϊόν γίνεται στην περιοχή της Πάτρας. Στόχος του κυρίως είναι να συνειδητοποιηθεί ότι αυτό μπορεί να γίνει εφικτό, να μπορούν οι καταναλωτές να ξέρουν που και πως παράγεται το προϊόν, να μην υπάρξει αύξηση του κόστους λόγω παρέμβασης μεσαζόντων και η πρωτοτυπία του είναι ότι δεν θα υπάρχει και διαδικασία αγοραπωλησίας, που μέσω και των κερδών των μεσαζόντων, αλλά και του ΦΠΑ μεγαλώνει η τιμή στον καταναλωτή. Στην πράξη χρησιμοποιείται η έννοια και η διαδικασία της αυτοκατανάλωσης.

Στην παρουσίαση του «μοντέλου» της διαδικασίας θα ξεκινήσω κάπως ανορθόδοξα για να γίνουν κατανοητά μερικά στοιχεία της διαδικασίας, που αν και απλή δεν πολυχρησιμοποιείται.

Ας υποθέσουμε ότι δυο φίλοι βρίσκουν 20 τετραγωνικά μέτρα (10 για τον καθένα) στον κήπο του ενός και αποφασίζουν να φυτέψουν μερικές ρίζες ντομάτες, τόσες ώστε να αρκούν μόνο για την οικογένειά τους. Εδώ τίθεται μια απλή ερώτηση. Χρειάζεται να το δηλώσουν αυτό κάπου?. Π.χ. στο υπουργείο γεωργίας, εφορία κ.λπ.? Η απάντηση είναι όχι διότι πρόκειται για αυτοκατανάλωση και δεν υπάρχει ούτε πρόθεση ούτε πρόβλεψη για πωλήσεις σε τρίτους. Επιπλέον δεν θα χρειαζόταν να βγάλουν βιβλία εσόδων εξόδων, να χρειαστούν τιμολόγια, να χρειάζονται δηλώσεις Φ.Π.Α. κ.λπ.

Συνεχίζοντας, αν δεν ήταν δυο τα άτομα και ήταν 4 με 40 τετρ. μέτρα χωραφιού και γινόταν το ίδιο, δεν θα χρειαζόταν να το δηλώσουν πουθενά. Η απάντηση είναι ίδια, διότι πρόκειται για αυτοκατανάλωση. Φυσικά αν η έκταση ήταν τέτοια, που τα κιλά των προϊόντων ήταν σαφώς μεγαλύτερα των δυνατοτήτων της αυτοκατανάλωσης δεν θα μπορούσε να δικαιολογηθεί κάτι τέτοιο.

Συνεχίζοντας, αν τα άτομα ήταν 100 και η έκταση (στο παράδειγμα ήταν 1000 τετρ. μέτρα (πάλι 10 για τον καθένα) θα ίσχυε το ίδιο. Στην περίπτωση αυτή ίσως να δημιουργηθεί πρόβλημα ποιος θα φροντίζει τα φυτά. Μια απάντηση θα ήταν να χρησιμοποιούσαν ένα αγρότη που θα του πληρώνανε τα μεροκάματα. Βέβαια αυτό προϋποθέτει ότι στο ΑΦΜ κάποιου μέλους θα χρειαζόταν η εγγραφή των αμοιβών και ασφαλιστικών εισφορών του εργαζόμενου, αλλιώς προϋποθέτει ότι θα χρειαζόταν κάποιας μορφής οργάνωση μεταξύ των 100 ατόμων. Μια πολύ καλή λύση θα ήταν να συστήσουν ένα σύλλογο, που θα έχει τον «κήπο» θα αγοράζει για λογαριασμό των μελών τους σπόρους και φυτά και θα πληρώνει τον εργαζόμενο. Έσοδα του συλλόγου θα είναι οι συνδρομές (όχι εισφορές ή χορηγίες διότι φορολογούνται) για να μπορούν τα μέλη σαν «συνιδιοκτήτες» του κήπου να παίρνουν τα προϊόντα χωρίς καμία άλλη πληρωμή. Το αποτέλεσμα θα είναι αφενός μεν να ξέρουν από που είναι και πως παράγεται και τι ποιότητα έχει το διατροφικό προϊόν, αλλά και σίγουρα θα κοστίζει πολύ φθηνότερα, αφού δεν θα υπάρχει ούτε κόστος μεσάζοντα, ούτε ΦΠΑ, αλλά ούτε και διαδικασίες αγοραπωλησίας.

Μια παραλλαγή αυτής της διαδικασίας, η οποία θα μπορούσε να γίνει κυρίως σε πολυετείς φυτείες, θα ήταν τη φυτεία να μην την εγκαταστήσουν τα μέλη του «συλλόγου» για λογαριασμό τους, αλλά να έχει δημιουργηθεί και να είναι έτοιμη για την ετήσια παραγωγή του προϊόντος από κάποιον άλλο αγρότη ή οποιονδήποτε. (Ας υποθέσουμε, καταρχήν ότι το προϊόν δεν είναι από εκείνα που δίνονται επιδοτήσεις από τη ΕΕ και υπάρχει ανάγκη δήλωσης σε κάποιο δημόσιο φορέα ή υπουργείο, όπως π.χ. ελαιώνες και αμπέλια, αν και για αυτά υπάρχουν λύσεις).

Ο Ιδιοκτήτης ενοικιάζει τη φυτεία στο σύλλογο έναντι κάποιας τιμής. Το αντίτιμο το δηλώνει ο ιδιοκτήτης στη φορολογική του δήλωση ως ενοίκιο και φορολογείται κανονικά. Επομένως, δεν είναι υποχρεωμένος να ανοίξει βιβλία, τιμολόγια και ένταξη σε ΦΠΑ και αποφεύγει τις αντίστοιχες διαδικασίες.

Έσοδα του συλλόγου είναι οι συνδρομές των μελών του και σε κατάλληλο ποσόν, ώστε να καλύπτονται τα έξοδα για την παραγωγή των προϊόντων. Ο σύλλογος, αφού η ποσότητα των προϊόντων (για το κάθε μέλος) δεν είναι μεγαλύτερη από ότι (φυσιολογικά) απαιτείται για την αυτοκατανάλωση τους δεν χρειάζεται πάλι να ανοίξει βιβλία (πέρα από το τυπικό των εσόδων από συνδρομές και εξόδων για την παραγωγή των προϊόντων). Το αποτέλεσμα είναι το ίδιο, μόνο που το προϊόν είναι περισσότερο σίγουρο ότι θα παραχθεί και θα είναι ποιοτικό και με λιγότερο κόστος. Φυσικά αφού δεν θα υπάρχουν αγοραπωλησίες δεν θα υπάρξουν τυπικά χρηματικά κέρδη.

Μια προσοχή θα χρειαζόταν μόνο για την επιλογή του διατροφικού προϊόντος, ώστε να χρειάζεται όσο γίνεται μικρότερη απασχόληση από αυτούς που θα ασχοληθούν στην ανάπτυξη των φυτών (για μικρότερο εργατικό κόστος) και, όσο είναι δυνατόν, η συλλογή των καρπών να είναι σε μικρή χρονική διάρκεια ανά έτος. Φυσικά, αν υπάρχει κατάλληλος αριθμός συμμετεχόντων, μπορεί να χρησιμοποιηθεί η διαδικασία και για περισσότερα του ενός προϊόντα σε ανεξάρτητες ομάδες.

Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι ήδη έτοιμο. Αφορά το φυτό αλόη βέρα. Αν κάποια φυτεία ενός - δυο στρεμμάτων μπορεί να βγάλει, από τα φύλα που θα κοπούν, περισσότερα από 4 τόνους φύλων αλόης το χρόνο. Από αυτά μπορούν να παραχθούν 2000 λίτρα καθαρού χυμού αλόης.

Όσοι πίνουν αλόη συνήθως πίνουν περί τα 50 ml την ημέρα, διαλύοντας ή αναμιγνύοντας το με νερό, πορτοκαλάδα ή οποιοδήποτε άλλο αναψυκτικό. Επειδή η αλόη δεν έχει κάποια συγκεκριμένη γεύση είναι σαν να πίνουν κάπως πιο παχύρευστο το ποτό. Αυτό σημαίνει ότι θα καταναλώνουν περίπου 18 μπουκάλια του ενός λίτρου ετησίως. Η συνήθης τιμή φιάλης ενός λίτρου κοστίζει γύρω στα 25 ευρώ και επομένως το ετήσιο κόστος ανά άτομο θα είναι 450 ευρώ.

Οι παραγωγοί φύλων αλόης πωλούν στις εταιρίες, (που κάνουν μεταποίηση φύλων, παραγωγή και εμπορία φυσικού χυμού αλόη) τα φύλα αλόης περίπου 1 ευρώ το κιλό. Από 2 κιλά φύλου αλόης παρασκευάζεται περίπου 1 λίτρο χυμού. Από 2 ευρώ φθάνει στον καταναλωτή 25.

Αν ακολουθηθεί η διαδικασία της Κοινωνικά Υποστηριζόμενης ΓΕΩργίας στην οποία οι καταναλωτές έχουν σχηματίσει σύλλογο, ενοικιάσουν φυτεία και παράγουν «μόνοι» το χυμό τους, τότε η φιάλη του ενός λίτρου (αφού δεν θα υπάρχει μεσάζων και ΦΠΑ) μπορεί να κοστίσει (μέσω της συνδρομής των και μόνο) κάτω από το 40% της τιμής εμπορίου και ακόμη λιγότερο στις επόμενες χρονιές.

Ο καθένας που θα ακούσει ή θα διαβάσει τον παραπάνω συλλογισμό σίγουρα θα αναρωτηθεί, με το σύνηθες για τους Έλληνες, «Μα γίνονται στην Ελλάδα αυτά?» Τα πάντα γίνονται, αρκεί να υπάρχει βούληση. Επιχειρήματα προτίμησης αυτής της διαδικασίας (για όσους βέβαια πίνουν ήδη αλόη ή θα ήθελαν να πίνουν, αλλά θεωρούν απαγορευτικό το υψηλό κόστος) είναι, το κατά 60% μικρότερο κόστος με την παραπάνω διαδικασία, αλλά και το γεγονός ότι δεν μπορούν να ελέγξουν (με τη διαδικασία της αγοράς από την αγορά) τι είναι αυτό που αγοράζουν ως διαφημιζόμενο φυσικός χυμός αλόης, χωρίς να ξέρουν από που προέρχεται και πως και που παρασκευάζεται.

Σαν πείραμα θα μπορούσε να γίνει η αγορά μιας φιάλης από το φαρμακείο. Σε κάποια έγραφε Φυσικός χυμός αλόης, αλλά με χώρα παραγωγής τη Γερμανία. Φυσικά αποκλείεται να ευδοκιμήσει το φυτό αυτό εκεί, αφού υπάρχει πολλές φορές παγετός, οπότε τα φύλα του φυτού θα σχίζονταν και θα καταστρέφονταν. Στην πράξη ο Γερμανός κατασκευαστής αγοράζει από χώρες σαν π.χ. το Μεξικό αλόη σε σκόνη (όπως γίνεται και σκόνη γάλακτος από γάλα) και προσθέτει νερό και γίνεται ο «φυσικός χυμός» του.

Στην περίπτωση της Κοινωνικά Υποστηριζόμενης Γεωργίας του παραδείγματος, ο καταναλωτής είναι «εμμέσως» ιδιοκτήτης της φυτείας, την οποία μπορεί να επισκεφθεί οποτεδήποτε θελήσει, να βοηθήσει, αν το επιθυμεί, στις διαδικασίες της καλλιέργειας ή μεταποίησης και γενικά να ξέρει τι πίνει και φυσικά με πολύ μικρότερο κόστος.

Διαδικασία δημιουργίας συλλόγου

Για τη δημιουργία ενός συλλόγου απαιτείται η σύνταξη και υπογραφή ενός σχετικού καταστατικού από 21 τουλάχιστον φυσικά πρόσωπα. Για τη συγκεκριμένη περίπτωση του συλλόγου από άτομα που θέλουν να παίρνουν αλόη θα χρειάζεται πρώτα να υπάρχει ένα σύνολο ατόμων, οι οποίοι θα δημιουργήσουν αρχικά το σύλλογο.

Παρουσιάζουμε παρακάτω ένα έντυπο που υπογράφεται από εκείνους οι οποίοι (σε πρώτη φάση) έχουν θετική γνώμη για τη διαδικασία που αναφέρθηκε παραπάνω, ώστε, όταν ο αριθμός του υπερβαίνει αρκετά τον ελάχιστο απαιτούμενο από το νόμο, να ξεκινήσει η διαδικασία δημιουργίας του συλλόγου. Ας ονομασθεί, προσωρινά, ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΥΤΟΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ ΠΑΤΡΑΣ.

Μια πρώτη μικρή συντονιστική επιτροπή θα αναλάβει να προωθήσει το παρακάτω έγγραφο σε όσους θελήσουν να εκδηλώσουν ενδιαφέρον για αυτό.

Πατήστε πάνω στον εδώ σύνδεσμο για να κατεβάσετε το έντυπο εκδήλωσης ενδιαφέροντος.

Για οποιαδήποτε διευκρίνιση είμαι διαθέσιμος. Λουκάς Γεωργίου 6948537746.